ΑΜΕΑ και Εκπαίδευση

Η ένταξη των ατόμων με αναπηρία στην κοινωνία προϋποθέτει την εκπαίδευσή τους. Το άτομο αναπηρία για να αναγνωρίσει ότι διαθέτει ίση αξία με τους άλλους, απαιτείται να δεχτεί την κατάλληλη εκπαίδευση.

 Ποια είναι ωστόσο η κατάλληλη εκπαίδευση για τα άτομα με αναπηρία και κατά πόσο παρέχεται αυτή στο σημερινό σχολείο;

 H εκπαίδευση των μαθητών με αναπηρία οφείλει να περιλαμβάνει ένα σύνολο πρακτικών που να βασίζονται στην παραδοχή ότι όλα τα παιδιά έχουν το ίδιο δικαίωμα να ωφελούνται στο μέγιστο από τις παρεχόμενες εκπαιδευτικές δυνατότητες. Συνεπακόλουθα, το σχολικό περιβάλλον πρέπει να είναι δομημένο έτσι ώστε να μηδενίζονται όλα τα εμπόδια που παρακωλύουν τη δυνατότητα ισότιμης συμμετοχής όλων των μαθητών.

Φαίνεται ότι οι θεωρίες που κατά καιρούς έχουν διατυπωθεί σχετικά με την αναπηρία δεν αποτέλεσαν τη βάση ώστε να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα για μια ποιοτική ζωή των αναπήρων. Επιβάλλεται επομένως ο επαναπροσδιορισμός της αναπηρίας, μέσω της εκπαίδευσης, η οποία μπορεί να συμβάλει στην δημιουργία μιας νέας κουλτούρας για την αναπηρία. Για αυτό, προτείνεται η δημιουργία ενός νέου, εκπαιδευτικού μοντέλου το οποίο θα αντιλαμβάνεται την αναπηρία ως συνέπεια της μειωμένης συμμετοχής του ατόμου στην εκπαίδευση.

Μέσα σε αυτό το μοντέλο αμφισβητούνται οι παραδοσιακές αντιλήψεις της “ελλατωματικότητας”, καθώς το ζητούμενο δεν είναι ο διαφορετικός μαθητής, ο οποίος απαιτείται να προσαρμοστεί στις υπάρχουσες συνθήκες, αλλά αντίθετα χτίζεται μια νέα πραγματικότητα, όπου ο κάθε μαθητής ανεξαρτήτως του οποιουδήποτε σωματικού, διανοητικού, ψυχικού, κοινωνικού, πολιτισμικού, θρησκευτικού, φυλετικού κτλ γνωρίσματός του, καταθέτει τη δική του προσωπική συμβολή. Αυτό σημαίνει πως η πολιτεία οφείλει να οργανώσει τις δομές της, ώστε να παρέχει σε όλους ανεξαιρέτως τους μαθητές απόλυτη ισοτιμία και σεβασμό της προσωπικότητάς τους.

Η αντιμετώπιση των ατόμων με αναπηρία έχει πάρει κατά καιρούς διάφορες μορφές, όπως απόρριψη, απομόνωση, οίκτο, φιλανθρωπία κ.α. Σήμερα, η κατάσταση είναι διαφορετική καθώς η καθιέρωση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, η διακήρυξη των ανθρώπινων δικαιωμάτων το 1950, ο αγώνας κατά των διακρίσεων, η μετατόπιση του ενδιαφέροντος στο παιδί κατά την εκπαιδευτική διαδικασία και άλλα γεγονότα συνέβαλαν στη διαμόρφωση των σύγχρονων τάσεων στο χώρο της ειδικής αγωγής.

Κατά την περίοδο από το 1906 μέχρι το 1950, η εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία ασκείται με ιδιωτική πρωτοβουλία και διακρίνεται για τον έντονο προστατευτισμό της και την ιδρυματική της μορφή. Η περίοδος από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 έως τη μεταπολίτευση χαρακτηρίζεται από τη εξέλιξη των αντιλήψεων απέναντι στα άτομα με αναπηρία, οπότε και εμφανίζεται έντονο ενδιαφέρον ιδιωτών και κράτους προς τα άτομα με νοητική αναπηρία και τα άτομα με ψυχικές διαταραχές.

Από τη μεταπολίτευση έως σήμερα, έχουμε πλέον την ενεργοποίηση του επίσημου κράτους απέναντι στα άτομα με αναπηρία με την λήψη μέτρων που στοχεύουν στην παροχή ισότιμων ευκαιριών εκπαίδευσης.

Το εγχείρημα της από κοινού φοίτησης μαθητών με και χωρίς αναπηρία έχει περάσει από διάφορα στάδια, τα οποία φαίνονται στους διαφορετικούς όρους που χρησιμοποιήθηκαν: “μερική φοίτηση στη γενική τάξη”, “ένταξη”, “συνεκπαίδευση”, “πλήρης συνεκπαίδευση”, “καθολικός σχεδιασμός”. Τις δεκαετίες 1970 και 1980 εφαρμόζεται η πρακτική της “μερικής φοίτησης στη γενική τάξη”, όπου μαθητές με αναπηρία φοιτούσαν για μερικές ώρες στη γενική τάξη.

Παράλληλα εμφανίζεται και ο όρος “ένταξη”, ο οποίος αναφερόταν στο δικαίωμα εκπαίδευσης όλων των μαθητών με αναπηρία, καθώς ένα μεγάλο ποσοστό αυτών, και παρ’ όλη την εφαρμογή της “μερικής φοίτησης στη γενική τάξη”, παρέμενε αποκλεισμένο από τις εκπαιδευτικές δομές. Στην πράξη, βέβαια, ο θεσμός της ένταξης εφαρμόστηκε αποσπασματικά, χωρίς να υπάρξουν ιδιαίτερες αλλαγές. Παράλληλα, παρατηρήθηκε αύξηση των παραπομπών των παιδιών στις δομές της ειδικής εκπαίδευσης.

 

Η τακτική αυτή προκάλεσε έντονο προβληματισμό σχετικά με το εάν τελικά η λειτουργία των ειδικών τάξεων οδηγούσε σε μεγαλύτερη περιθωριοποίηση των μαθητών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, παρά σε ένταξη. Αποτέλεσμα αυτών ήταν η εμφάνιση του όρου “συ-νεκπαίδευση” στη δεκαετία του 90.

 

Η συνεκπαίδευση αναφέρεται στη μέριμνα για την παροχή κατάλληλων διδακτικών εμπειριών σε όλους τους μαθητές, ώστε το σχολείο να ανταποκρίνεται στις εκπαιδευτικές τους ανάγκες, ανεξάρτητα από τα όποια χαρακτηριστικά τους. Στόχος είναι να δημιουργηθεί ένα σχολείο για όλους, το οποίο θα μπορεί να υποδέχεται κάθε μαθητή, χωρίς να αποκλείει με το πρόσχημα ότι αδυνατεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες του.

Η κατάσταση της εκπαίδευσης των ατόμων με αναπηρία στην Ελλάδα παραμένει εξαιρετικά ελλιπής. Η εκπαίδευση των παιδιών με αναπηρία αναφέρεται σχεδόν αποκλειστικά στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, ενώ μέριμνα για επαγγελματική εκπαίδευση είναι σχεδόν ανύπαρκτη. Τα τμήματα ένταξης αποτελούν τον κύριο τύπο αγωγής, ενώ άλλες μορφές εκπαίδευσης όπως η συνεργατική διδασκαλία αγνοούνται, με αποτέλεσμα η ένταξη να παραμένει σε φιλοσοφικό επίπεδο.

Το Εθνικό Αναπηρικό Κίνημα υποστηρίζει για την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία:

  • Νομοθετική κατοχύρωση της υποχρεωτικής και δωρεάν φοίτησης των μαθητών με αναπηρία σε όλες τις σχολικές δομές.
  • Συνεκπαίδευση των μαθητών αυτών στη γενική τάξη με την παροχή της κατάλληλης στήριξης.
  • Αύξηση των κονδυλίων που διατίθενται από τον κρατικό προϋπολογισμό για την εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία.
  • Υποχρεωτική εκπαίδευση από το 5° έως το 18° έτος, αντί του 16ου που ορίζει το Υπουργείο
  • Ιδιαίτερη μέριμνα για μαθητές με πολλαπλές αναπηρίες, τα οποία σήμερα στην πλειοψηφία τους παραμένουν εκτός εκπαιδευτικού συστήματος, σε πλήρη παραβίαση του Συντάγματος της χώρας.
  • Συμπερίληψη και άλλων κατηγοριών αναπηρίας όπως ψυχικές αναπηρίες – χρόνιες παθήσεις (θαλασσαιμία, νεφρική ανεπάρκεια, σακχαρώδης διαβήτης τύπου 1, συγγενείς καρδιοπάθειες κλπ)
  • Κατάλληλη κατάρτιση των υποψήφιων εκπαιδευτικών στα πανεπιστημιακά τμήματα και διαρκής επιμόρφωση των ενεργεία εκπαιδευτικών.
  • Ουσιαστική εμπλοκή των γονέων στην εκπαίδευση των παιδιών τους, παροχή υπηρεσιών στήριξης και συμβουλευτικής και πλήρης αναγνώριση του δικαιώματος να συμμετέχουν στις εκπαιδευτικές αποφάσεις.
  • Συμμετοχή της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ατόμων με Αναπηρία στο Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας, επανεξέταση της εκπαιδευτικής νομοθεσίας και θέσπιση διατάξεων που θα εξισώνουν στην πράξη την εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία.
  • Συμμετοχή ειδικής επιτροπής εμπειρογνωμόνων για να υποβάλλουν προτάσεις και να αξιολογήσουν συνολικά την εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία σε όλες τις βαθμίδες της (υλικοτεχνική δομή, διαδίκτυο, νέες τεχνολογίες)
  • Παροχή σχολικών βιβλίων προσαρμοσμένων στις ανάγκες των μαθητών (π.χ. βιβλία σε γραφή Braille, εγχειρίδια για παιδιά με προβλήματα ακοής, νοητική υστέρηση κ.ά.).
  • Ίδρυση Εθνικού Τυπογραφείου για την εκτύπωση βιβλίων στη γραφή Braille σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, καθώς και στούντιο ηχογράφησης βιβλίων.
  • Εφαρμογή των διατάξεων του Ν 2817/2000 (δωρεάν δημόσια παιδεία για όλους τους μαθητές με αναπηρία, δωρεάν υπηρεσίες για την διάγνωση, την αξιολόγηση, την παροχή συμβουλών και την διευκόλυνση των διαδικασιών, όπως διερμηνεία στην Ελληνική νοηματική γλώσσα, παροχή υπηρεσιών υποστήριξης για τα σχολεία γενικής εκπαίδευσης, τρέχοντα προγράμματα που υποστηρίζουν την έγκυρη παρέμβαση κ.ά.)”

Το Εθνικό Αναπηρικό Κίνημα υποστηρίζει για την τριτοβάθμια εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία:

  • να εξασφαλιστεί ο δημόσιος χαρακτήρας του πανεπιστημίου,
  • να διασφαλιστεί η πρόσβαση των ατόμων με αναπηρία σε όλους τους τομείς και χώρους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (αμφιθέατρα, εργαστήρια, βιβλιοθήκες, εστίες, λέσχες σίτισης),
  • να ξεκινήσουν οι εργασίες της Τριμερούς Επιτροπής με τη συμμετοχή της ΕΣΑμεΑ, του Υπουργείου Παιδείας και του Πανεπιστημίου για να επιτευχθεί ο στόχος «Πανεπιστήμιο για όλους» χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς,
  • να ιδρυθεί η Γενική Γραμματεία Ισότητας για την εκπαίδευση ατόμων με αναπηρία και να κατοχυρωθεί η εκπροσώπηση της ΕΣΑμεΑ στο Εθνικό Συμβούλιο Παιδείας,
  • να συσταθεί η υπηρεσία υποδοχής, ενημέρωσης και υποστήριξης των φοιτητών, ώστε να μπορούν να πληροφορούνται για τα δικαιώματά τους κατά τη διάρκεια της τριτοβάθμιας φοίτησής τους,
  • να νομιμοποιηθεί η παροχή τεχνικού εξοπλισμού (δωρεάν internet, Η/Υ με προσβάσιμο λογισμικό συμβατό προς την εκάστοτε κατηγορία αναπηρίας) καθώς και η διασφάλιση προσβασιμότητας των διαδικτυακών τόπων των Πανεπιστημίων,
  • να εξασφαλιστεί το δικαίωμα των φοιτητών στις υπηρεσίες και στις δομές της καθολικής πρόσβασης, ώστε να μπορούν σε συνεργασία με τα ευρωπαϊκά φόρουμ να μετακινηθούν σε άλλα Πανεπιστήμια,
  • να εξετάζονται οι φοιτητές με αναπηρία στην ίδια ύλη όπως και οι άλλοι φοιτητές αλλά να προσαρμόζεται ο τρόπος εξέτασης (γραπτά αντί για προφορικά και το αντίθετο, παράταση χρόνου εξέτασης, εκτύπωση σε Braille), ανάλογα με τις ανάγκες του κάθε φοιτητή,
  • να εφαρμόζεται το άρθρο 12 του Ν.2640 (εισαγωγή άνευ εξετάσεων των ατόμων με αναπηρία στα ΑΕΙ και ΤΕΙ της χώρας σε ποσοστό 3%) και να συμπεριληφθούν στο ποσοστό αυτό και άλλα άτομα που παρουσιάζουν σοβαρές παθήσεις σε ποσοστό 67% και άνω, όπως συγγενείς καρδιοπάθειες, άτομα με επιληψία, αγκυλωτική σπονδυλίτιδα κ.ά.,
  • να εφαρμόζονται απρόσκοπτα όσα έχει ορίσει το Υπουργείο Παιδείας, Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων ανταποκρινόμενο στις προτάσεις του Αναπηρικού Κινήματος για τους φοιτητές με αναπηρία:

α) Κατά την περίοδο των σπουδών τους να ενημερώνονται έγκαιρα από εντεταλμένο υπάλληλο των Γραμματειών των Τμημάτων για το πρόγραμμα, τον χρόνο και τον χώρο των μαθημάτων και για κάθε μεταβολή σχετική με την φοιτητική τους κατάσταση.

β) Κατά την περίοδο των εξετάσεων να διαγωνίζονται σε χώρους προσβάσιμους, να συνοδεύονται εάν χρειάζεται στους χώρους των εξετάσεων από υπαλλήλους του Πανεπιστημίου ή από δικά τους πρόσωπα και να εξετάζονται με τρόπους ανάλογους με την περίπτωσή τους.

γ) Σε όλη την διάρκεια του ακαδημαϊκού έτους να ορίζεται καθηγητής ή καθηγητές στους οποίους θα απευθύνονται οι φοιτητές για να συζητούν τα προβλήματά τους και οι οποίοι θα μπορούν να μεσολαβούν στις πανεπιστημιακές αρχές για την επίλυση των προβλημάτων αυτών.

δ) Να δίδεται στους φοιτητές με αναπηρία επίδομα το οποίο θα διαφοροποιείται ανάλογα με το είδος της αναπηρίας τους.

ε) Να λειτουργούν Συμβουλευτικά Κέντρα, τα οποία θα αποτελούν υποστηρικτικούς φορείς για τους φοιτητές με αναπηρία, με σκοπό να προσφέρουν συμβουλευτικές υπηρεσίες και άμεση ψυχοκοινωνική υποστήριξη όχι μόνο στα άτομα με αναπηρία, αλλά σε όλους τους φοιτητές.